about

Name: ralou
From: Athens, Greece
About me:
More..
Hate and love
  • Hate : heat
  • Love : cold
  • My music : whatever
  • My books : 2000 of them!
linked blogs

. . . .
Credits
Layout design by:

Pannasmontata

Layout revised by:

Yours truly

μια σκοτεινη γατα σουλατσαρει στο μυαλο μου
Τρίτη, Απριλίου 10, 2007,12:23 μ.μ.
Μονόκερως

BJORK "Desired Constellation"

Αυτό είναι το πρώτο μέρος της ιστορίας του jason







Το κοίταζε, το ξανακοίταζε, αλλά για κάποιο λόγο δεν τον κάλυπτε.
Κάτι έλειπε.
Ίσως να ήταν όμορφο στα μάτια κάποιου άλλου, όμως ο καλλιτέχνης το έβλεπε διαφορετικά.
Καλλιτέχνης πολύ αξιόλογος, το έγραφε κι η παλιά εφημερίδα που ήταν ανοιγμένη πάνω στο ξύλινο τραπέζι, δίπλα στο βάζο με τα λουλούδια:
"Πρόκειται για έναν πολύ αξιόλογο καλλιτέχνη, που έχει κατακτήσει τα εκφραστικά του μέσα. Εικόνες από τη φύση και τη ζωή συγκινούν τη λεπτή του ευαισθησία και του παρέχουν το κέντρισμα για δημιουργία."
Κάτι τέτοιες κριτικές, βέβαια, του προκαλούσαν απελπισία, όχι τόσο γιατί του μύριζε το καρμπόν, όσο κυρίως γιατί καταλάβαινε ότι ο κόσμος δεν μπορούσε να κατανοήσει το έργο του, να προσπεράσει την επιφάνειά του και να κοιτάξει στην ψυχή του. Στην ψυχή του έργου, όχι του καλλιτέχνη, που αρέσκονταν να σχολιάζουν οι κριτικοί.
Μα βέβαια! Tου έλειπε ψυχή…
Το κοίταζε, το ξανακοίταζε και τώρα το έβλεπε καθαρά.
Ο χρωματισμός ήταν έντονος, αλλά τα χρώματα δεν ήταν ζωντανά.
Οι γραμμές ήταν ανάλαφρες, μα δεν κατάφερναν να αποτυπώσουν τον αέρα της κίνησης.
Η έκφρασή του ήταν ρεαλιστική, κι όμως δεν απέδιδε την πρωτόγονη και ακατέργαστη ορμή ενός άγριου ζώου.
Ναι, ψυχή του έλειπε του αλόγου.
Μια πνοή.
Και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούσε, τόσο πιο πολύ του φαινόταν η εικόνα θλιμμένη και μελαγχολική, τόσο πιο πολύ ένιωθε ο ίδιος ανάξιος, τόσο πιο πολύ ένιωθε ένοχος που φυλάκισε το ζώο στο μουσαμά.
Ο εσωτερικός διάλογος του καλλιτέχνη διακόπηκε απότομα, όταν πήρε το μάτι του το κάρβουνο, που είχε ξεμείνει όταν ζωγράφισε εκείνον το σωρό με τις πέτρες.
Μια παιδική παρόρμηση τον έσπρωξε προς το κάρβουνο, το άρπαξε, πλησίασε το μουσαμά, και προσέθεσε γρήγορα αλλά προσεκτικά ένα μαύρο κέρατο στο μέτωπο του ζώου, χλευάζοντας έτσι ο ίδιος το άλογό του, απορρίπτοντας το έργο του οριστικά. Ύστερα σήκωσε το καπέλο του από το έδαφος, άνοιξε την πόρτα και τράβηξε για τη θάλασσα.


Ο παραλογισμός του έμεινε μέσα στο δωμάτιο να γιορτάσει, ενώ από το ανοιχτό παράθυρο έμπαινε η νυχτερινή καλοκαιρινή αύρα…

Και συνεχίζω...

Οι λεπτότατοι κόκκοι του κάρβουνου αιωρήθηκαν για μερικά δευτερόλεπτα στο δωμάτιο και στριφογύρισαν από την νυχτερινή αύρα που τρύπωνε από το παράθυρο. Μερικοί κάθισαν στο πάτωμα και μερικοί ακούμπησαν απαλά πάνω στο μουσαμά.
Καθώς η νύχτα έπεφτε και τα περιγράμματα των πραγμάτων ήταν ήδη θολά, οι κόκκοι που έπεσαν στον καμβά, κινήθηκαν από μόνοι τους σιγανά αλλά συγκεκριμένα. Το πλάσμα με το προτεταμένο σπαθί στο μέτωπο, κίνησε λίγο το κεφάλι του, μετά τίναξε την χαίτη του. Στα στενά περιθώρια του τελάρου, οι άκρες της χάθηκαν και εμφανίστηκαν ξανά, πάνω στην κίνηση. Το νεοαποκτημένο κέρας στο μέτωπο του φωτίστηκε. Το φως διαπέρασε τον καμβά, και το πλάσμα ξαφνικά υλοποιήθηκε στο μικρό δωμάτιο. Μ' όλο που το σχήμα του έδειχνε κομψό και ντελικάτο, η πελώρια σκιά του ασφυκτιούσε μέσα στους τοίχους.
Με ένα ξαφνικό τίναγμα του κορμιού το πλάσμα διαλύθηκε.
H ασημένια μη-ύλη του, διαπέρασε τα ενδοατομικά κενά των υλικών του τοίχου,
και ξανά συμπυκνωθηκε από την άλλη πλευρά στον έξω χώρο.
Οι κόκκοι του κάρβουνου ακολούθησαν την σκοτεινή φιγούρα και απλώθηκαν σαν μισοσχηματισμένα φτερά που χτύπησαν δυνατά τον αέρα και το πλάσμα κινήθηκε προς τα πάνω, στον ουρανό. Η νύχτα ήταν γεμάτη αστέρια και η Σελήνη έλαμπε χλωμά, μια λεπτότατη φέτα στον ουρανό σαν λυγισμένο σπαθί.
Το πλάσμα πέταξε ακόμα ψηλότερα, ξεπέρασε την ατμόσφαιρα και βγήκε στο διάστημα κόβοντας ένα σκοτεινό κομμάτι στο φως του ουρανού.
Πιο μακριά, πιο μακριά, απομακρυνόταν μικραίνοντας συνεχώς.
Προσπέρασε την Σελήνη, που το φως της διέγραψε την σιλουέτα του για μια στιγμή.
Διέσχισε το ηλιακό σύστημα, μια απειροελάχιστη κουκκίδα μπροστά στους δακτυλίους του Κρόνου.
Πιο μακριά, πιο μακριά, ακόμα πιο μακριά.
Οταν πια πέρασε τον Ωρίωνα,
διαλύθηκε οριστικά σε ξεθωριασμένη αστρόσκονη
που ακούμπησε ανάμεσα στην Ύδρα και τον Μπεντελγκέζ.

Ο καλλιτέχνης επέστρεψε στο εργαστήρι του τις πρώτες πρωινές ώρες.
Κοίταξε τον καμβά.
Ήταν κενός.
Το έργο του είχε ολωσδιόλου αυτοαναιρεθεί.
Εστρεψε το βλέμμα του στον καλοκαιρινό διαυγή ουρανό.
Η Σελήνη είχε δύσει.

Και τότε για πρώτη φορά το είδε.

Εκεί ανάμεσα στην Ύδρα και τον Μπεντελγκέζ,
δίπλα στον Σείριο και τον Ωρίωνα

αμυδρά διακρινόταν

ο αστερισμός του Μονόκερω





Ετικέτες

posted by ralou
12:23 μ.μ. |
 View My Public Stats on MyBlogLog.com